Θα υπάρξει λύση του Κυπριακού; – Το σύνδρομο του γεωπολιτικά παγιδευμένου αδύνατου κράτους
Δρ. Νίκος Παναγιωτίδης: Επικεφαλής ΓΕΩΠΑΜΕ
Για να υπάρξει η επίλυση ενός περιπλεγμένου και δισεπίλυτου διεθνούς προβλήματος όπως το Κυπριακό, πρέπει να υπάρξει η μέγιστη συρροή ευνοϊκών παραμέτρων και μεταβλητών, οι οποίες θα ξεκλειδώσουν με τη σειρά τους ένα ευνοϊκό μομέντουμ, το οποίο θα οδηγήσει στη διευθέτηση του. Υπάρχουν όμως αυτές τώρα; Όπως φαίνεται όχι. Όπως αναλύσαμε εκτενώς σε δημοσίευση μας σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό, η Κύπρος πάσχει από το σύνδρομο του γεωπολιτικά παγιδευμένου αδύνατου κράτους. Συναφώς, ξεδιπλώνοντας περαιτέρω τη συλλογιστική μας, υπάρχουν τρεις ουσιαστικές προϋποθέσεις που μπορούν να οδηγήσουν στην επίλυση ενός διεθνούς προβλήματος:
1) H κατοχική δύναμη προβαίνει σε σοβαρές υποχωρήσεις που συναντούν τις απαιτήσεις της μικρής κατεχόμενης χώρας.
2) Το αδύνατο υπό κατοχή κράτος αποδέχεται τις αξιώσεις της ισχυρής περιφερειακής δύναμης προβαίνοντας σε περαιτέρω υποχωρήσεις.
3) Μια ισχυρή χώρα με στάτους υπερδύναμης- ή δευτερευόντως ένας διεθνής-περιφερειακός οργανισμός (Π.χ η ΕΕ) πιέζει την κατοχική δύναμη να κάνει υποχωρήσεις υπέρ του κατεχομένου κράτους.
Δυστυχώς καμία από τις πιο πάνω προϋποθέσεις δεν υφίσταται. Ο παράγοντας ένα ακυρώνεται από την έκδηλη τουρκική αδιαλλαξία, αλλά και τη σπουδή που επιδεικνύει η Άγκυρα για να διατηρήσει στρατό και εγγυητικά επεμβατικά δικαιώματα επί της Κύπρου. Το δεύτερο δεν είναι καν υπό συζήτηση γιατί θα ήταν πολιτική αυτοκτονία για οποιονδήποτε πολιτικό ηγέτη να το προτείνει, ενώ μια τέτοια μορφής λύσης δεν θα επικυρωνόταν σε ένα ενδεχόμενο δημοψήφισμα.
Ο τρίτος παράγοντας είναι πολύ σημαντικός, αλλά εξουδετερώνεται από το σύνδρομο του γεωπολιτικά παγιδευμένου κράτους. Τι είναι όμως αυτό; Όπως το έχουμε ορίσει προκύπτει από τη δυνατότητα της Τουρκίας ως ταλαντευόμενου κράτους στην Ευρασία να διατηρεί πελατειακές σχέσεις τόσο με την υπερδύναμη, τις ΗΠΑ, όσο και με μια άλλη σημαντική δύναμη της Ευρασίας, τη Ρωσία. Άρα λοιπόν, η Κύπρος δεν έχει μονό να αντιμετωπίσει τη δυσμενή στρατιωτική ανισορροπία, τα αρνητικά συνεπακόλουθα που ο χρόνος έχει δημιουργήσει (παράγοντας κατοχή όπως τον ονομάζω), αλλά και τη δυνατότητα της Τουρκίας να εκμαιεύει οφέλη από τις μεγάλες δυνάμεις, ενίοτε εκβιάζοντας και συντηρώντας την αδιαφορία τους για την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου στην Κύπρο.
Μεταφερόμενοι από το συστημικό –ενδοπεριφερειακό επίπεδο στο ενδοκοινοτικό, υπάρχει διαφορά ανάγνωσης και ερμηνείας μεταξύ Ελληνοκυπρίων (ΕΚ) και Τουρκοκυπρίων (ΤΚ) για το είδος της λύσης. Η μεν ελληνοκυπριακή πλευρά απορρίπτει την ύπαρξη των τουρκικών επεμβατικών δικαιωμάτων και του στρατού οι δε ΤΚ θέλουν τη συνέχιση τους. Θέλουν δηλαδή τη διαιώνιση όλων εκείνων των παραγόντων που έφεραν την μοίρα της Κύπρου στο σημείο που είναι τώρα.
Όπως εύστοχα μου έχει αναφέρει φίλος αναλυτής «Οι μέγιστες παραχωρήσεις που η μια πλευρά ειναι διατεθειμένη να κάνει στα διάφορά κεφάλαια της διαπραγμάτευσης δεν συναντούν τις μίνιμουμ απαιτήσεις της άλλης πλευράς, αλλά και το αντίθετο.»
Τέλος, στο επίπεδο της ΚΔ υπάρχει πλήρης ανυπαρξία συγκρότησης πανεθνικής υψηλής στρατηγικής αφού ενίοτε παρουσιάζεται διχογνωμία ως προς την μορφή της λύσης: Αντεγκλήσεις όπως ισχυρή ομοσπονδία vs αποκεντρωμένη-χαλαρή είχαν απασχολήσει κατά καιρούς το δημόσιο διάλογο. Δυστυχώς, τα προαναφερθέντα δεικνύουν ότι η λύση του Κυπριακού δεν φαίνεται στον κοντινό ορίζοντα.
Leave a comment